ΖΩΑ
Ήθελε να διώξει το σκύλο γιατί πίστευε ότι θα κάνει κακό στη κόρη του. Μέχρι που ανακάλυψε κάτι
Μερικές φορές είναι δύσκολο να ξεπεράσουμε τις αρνητικές προκαταλήψεις μας για έναν άνθρωπο. Ακόμη και για ένα σκύλο.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Γκρέγκ Χέιντεν όταν συνάντησε για πρώτη φορά το σκυλί της γυναίκας που παντρεύτηκε. Δεν το συμπάθησε καθόλου από τη πρώτη στιγμή. Γιατί; Γιατί έτσι. Δεν υπήρχε λόγος, απλά έτσι ένιωσε μόλις το είδε.
Αλλά ούτε και ο Ζακ, το οποίο είναι διασταύρωση Πίτμπουλ και Λαμπραντόρ, δεν έδειξε ενθουσιασμένος όταν μπήκε για πρώτη φορά στο σπίτι ο Χέιντεν. Τα συναισθήματα ήταν προφανώς αμοιβαία..
Σήμερα ο Χέιντεν μοιράζεται τη συνέχεια της ιστορίας. Μια ιστορία που αποδεικνύει ότι οι περιστάσεις μπορούν πολύ εύκολα να αλλάξουν τις καρδιές των ανθρώπων. Αλλά και των ζώων.
“Η γυναίκα μου και εγώ έχουμε δύο σκύλους. Τους είχαμε και πριν το γάμο μας και μόλις παντρευτήκαμε τους πήραμε μαζί μας στο νέο μας σπίτι. Ο σκύλος της γυναίκας μου ήταν διασταύρωση Πίτμπουλ και Λαμπραντόρ και τον έλεγαν Ζακ. Πάντα με μισούσε. Όταν γεννήθηκε η κόρη μας είπα στη γυναίκα μου:
“Έτσι και πλησιάσει έστω και λίγο κοντά στη κόρη μας, έχει φύγει”.
Φέραμε τη κόρη μας στο σπίτι τοποθετημένη μέσα σε ένα κάθισμα αυτοκινήτου. Και τα δυο σκυλιά την πλησίασαν, τη μύρισαν, την έγλειψαν και στη συνέχεια άρχισαν να κουνούν ρυθμικά τις ουρές τους.
Ο Ζακ όμως δεν έφευγε από το πλάι της. Έπρεπε να τον τραβήξω εγώ μακριά της γιατί δεν σταματούσε να την γλύφει.
Από εκείνη τη μέρα ο Ζακ έγινε ο προστάτης της κόρης μου. Κάθε φορά που βάζαμε τη μικρή να ξαπλώσει στο πάτωμα και τη σκεπάζαμε με κουβέρτα, ο Ζακ πάντα ξάπλωνε δίπλα της και είχε το ένα του πόδι μέσα στη κουβέρτα.
Ήταν φανερό ότι την αγαπούσε πάρα πολύ. Όταν η μικρή μας μεγάλωσε πήγαινε πάντα μαζί της στο κρεβάτι και κοιμόνταν πλάι της. Όταν η μικρή ξυπνούσε το πρωί, ο Ζακ την περίμενε στις σκάλες και κατέβαινε μαζί της στη κουζίνα. Με κάποιο τρόπο πάντα ήξερε πότε η κόρη μας θα ξυπνήσει. Αυτό ακόμη δεν έχω καταλάβει πως το έκανε.
Όλα κυλούσαν όμορφα μέχρι που πριν μερικές εβδομάδες τα παιδιά του γείτονα τάισαν με φόλα τον Ζακ. Ήταν μια από τις χειρότερες μέρες της ζωής μου.
Βλέποντας την κόρη μου να τον αποχαιρετά κλαίγοντας καθισμένη στο πάτωμα της κουζίνας και τη γυναίκα μου να κλαίει με λυγμούς, έσπασα.
Στις 8:00 εκείνο το βράδυ, η κόρη μου προχώρησε μέχρι τις σκάλες για να πάει να κοιμηθεί. Εκείνη τη στιγμή, και οι τρεις μας καταλάβαμε τι επρόκειτο να συμβεί. Μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια θα πήγαινε στο υπνοδωμάτιο της χωρίς τον Ζακ. Γύρισε και κοίταξε τη μητέρα της με ένα βλέμμα γεμάτο τρόμο και πανικό.
Τότε συνέβη κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Ο δικός μου σκύλος, ο Σαμ, που και αυτός λάτρευε την κόρη μου, σηκώθηκε, περπάτησε προς το μέρος της και τη σκούντηξε με το κεφάλι του. Έβαλε το ένα του πόδι στις σκάλες, σήκωσε το κεφαλάκι του και την κοίταξε στα μάτια. Περπάτησαν μαζί μέχρι το κρεβάτι και ξάπλωσαν δίπλα δίπλα. Εκείνο το βράδυ η κόρη μου αποκοιμήθηκε κρατώντας σφιχτά το λαιμό του Σαμ.
Για τα επόμενα έξι χρόνια, μέχρι το θάνατό του, ο Σαμ περίμενε κάθε βράδυ την κόρη μου στις σκάλες για να πάνε μαζί για ύπνο”.
Πως μπορείς μετά να μην τα αγαπήσεις;