Σκέψεις
Όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο, ακόμα και τα μεγαλύτερα χαστούκια της ζωής
Είναι μόνο ένα κλισέ ή μπορεί πράγματι αυτό το σκεπτικό να μας ανακουφίσει όταν αντιμετωπίζουμε μεγάλες δυσκολίες;
«Όταν μιλάμε για πράγματα λίγο πολύ “βατά”, το πιστεύω ότι εμείς δημιουργούμε την πραγματικότητά μας», γράφει η Άννα στο blog της. «Αν ξεκινήσω τη μέρα μου με… αγκομαχητά, αν σκέφτομαι “με περιμένει μια κόλαση στο γραφείο” έτσι θα πάει η μέρα, αγκομαχώντας.
Είναι λογικό. Και σε ένα πρώτο επίπεδο, συμφωνώ και με την επόμενη παραδοχή αυτής της θεωρίας, ότι δηλαδή τα πάντα γίνονται για κάποιο λόγο, για να μάθουμε κάτι από αυτά, να εξελιχθούμε, να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι…
Αυτό το σκεπτικό όμως λίγο με ανακουφίζει όταν μιλάμε για πιο “βαθιά” θέματα ή για τα μεγάλα χαστούκια της ζωής: Υπάρχει ποτέ περίπτωση κάποιος έστω και ασυνείδητα να επιθυμεί να αρρωστήσει βαριά; Να χάσει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο; Να πέφτει μονίμως πάνω σε συντρόφους που τον πληγώνουν;
Να βιώσει καταστάσεις εξαθλίωσης, όπως είναι η φτώχεια ή ο ξεριζωμός από τη χώρα του; Πώς ακριβώς, σε τέτοιες περιπτώσεις, με βοηθάει το να σκεφτώ ότι τα πάντα γίνονται για κάποιο λόγο;».
1+1=2. ΠΑΝΤΑ.
«Εμείς προκαλούμε όλα όσα μας συμβαίνουν – όλα, θετικά κι αρνητικά», λένε οι ολοένα και περισσότεροι οπαδοί της new age φιλοσοφίας και του Νόμου της Έλξης. Και μάλιστα έχουν με το μέρος τους και επιστημονικά στοιχεία που είναι ικανά να κάνουν και τους πιο δύσπιστους ακροατές να βάλουν στην άκρη τις ενστάσεις τους και να ακούσουν. Άλλωστε, ποιος δεν θα ήθελε να ακούσει αν πράγματι έχει βρεθεί ένας τρόπος να ζούμε τις μέρες μας με περισσότερη χαρά, αγάπη και πληρότητα και λιγότερο πόνο και δυστυχία;
Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η σκέψη μας δημιουργεί την πραγματικότητά μας: Σκεφτόμαστε θετικά, έλκουμε θετικά βιώματα και συναισθήματα – σκεφτόμαστε αρνητικά, προκαλούμε αρνητικές καταστάσεις.
Είναι όμως τόσο απλό; «Ναι, αλλά και όχι», απαντά η Lissa Rankin, παθολόγος και συγγραφέας που έχει δει το όνομά της να φιγουράρει στη λίστα με τα best-sellers των New York Times χάρη στα βιβλία της Mind Over Medicine και The Fear Cure. Αν, λέει η ίδια, τα πάντα εξαρτώνται από εμάς, «είναι λογικό να έρθει κάποιος και να μου πει: “για περίμενε μισό λεπτό, σε διαβεβαιώνω ότι θέλω να θεραπευτώ από τον καρκίνο!” ή “εννοείς ότι η επιχείρησή μου δεν πηγαίνει καλά γιατί εγώ ο ίδιος δεν θέλω να πάει καλά;”.
Η απάντησή μου είναι “Ναι, αλλά και όχι”. Όσοι πιστεύουν σε αυτή τη θεωρία δεν υποστηρίζουν σε καμία περίπτωση ότι επιθυμείς συνειδητά μια αποτυχημένη προσωπική ή επαγγελματική ζωή, ούτε ότι θέλεις να αρρωστήσεις σοβαρά. Λένε όμως ότι το θέλεις υποσυνείδητα και δεδομένου ότι το 95% του χρόνου τα ηνία της ζωής μας τα κρατά το υποσυνείδητό μας, οι πληροφορίες που έχουμε εκεί σαμποτάρουν ό,τι θέλει να πετύχει ο συνειδητός μας νους. Οπότε, ναι, τα πάντα εξαρτώνται από εμάς»
Μπορεί λοιπόν κάθε φορά που βρισκόμαστε για ποτό με τους κολλητούς μας να πίνουμε στην υγειά του/της ιδανικού/ής συντρόφου, θεωρώντας τον εαυτό μας έτοιμο να μπει σε μια καλή σχέση, αλλά αν στο υποσυνείδητό μας έχει «γράψει» π.χ. ότι φοβόμαστε μην μας πληγώσουν, όπως ίσως έχει συμβεί στο παρελθόν, καταλήγουμε να εκπέμπουμε και να έλκουμε ακριβώς αυτό που φοβόμαστε: έναν ακόμα λάθος -για εμάς και για τη δεδομένη περίοδο- άνθρωπο.
«Δουλεύοντας» με τον εαυτό μας, μπορούμε να επαναπρογραμματίσουμε το συνειδητό και το υποσυνείδητό μας για να φέρουμε στη ζωή μας τη χαρά, την ευτυχία, την πληρότητα και την ισορροπία. Οι δρόμοι για να φτάσει κανείς εκεί είναι πλέον πολλοί: από το coaching και τις διάφορες μεθόδους αυτοβελτίωσης, μέχρι το NLP και τους φιλοσοφικούς συμβούλους, καθένας και καθεμία από εμάς μπορεί να βρει τι του ταιριάζει και τι πράγματι τον βοηθάει να κάνει την καθημερινότητά του καλύτερη.
ΑΥΤΟΣ, ΑΥΤΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ (ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ)
Έστω λοιπόν ότι έχουμε βρει τη μέθοδο ή την τεχνική που νιώθουμε ότι μας βοηθάει να πάμε ένα βήμα παραπέρα. Την εφαρμόζουμε, διαβάζουμε, ανοίγουμε τους ορίζοντές μας, ίσως δοκιμάσουμε και κάτι άλλο που προτείνει κάποιος άλλος… Τι γίνεται όμως όταν παρά τις προσπάθειές μας, γύρω μας -ή μέσα μας- μοιάζει να επικρατεί το χάος; Πώς θα καταφέρουμε και να μην τα βάλουμε με τον εαυτό μας που (νομίζουμε ότι) δεν προσπαθεί αρκετά, αλλά και να σταθούμε στα πόδια μας;
Η απάντηση της Lissa Rankin σε ανάλογους προβληματισμούς όχι μόνο με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη, αλλά με βοηθάει και να σταθώ στα πόδια μου όταν τα πράγματα ζορίζουν παραπάνω από όσο νομίζω ότι αντέχω.
«Πώς θα ήταν άραγε η ζωή μας», γράφει η Rankin, «αν απλά αποδεχόμασταν με ταπεινότητα ότι το πώς λειτουργεί το σύμπαν παραμένει ένα τεράστιο μυστήριο; Αν δεχόμασταν ότι είμαστε όλοι εδώ για κάποιο λόγο που δεν γνωρίζουμε; Ότι οι ψυχές μας έχουν βρεθεί στη Γη για να μάθουμε κάτι; Και ότι το σύμπαν πράγματι συνωμοτεί για να λάβουμε όλες τις ευλογίες του κόσμου – αλλά ότι αυτές οι ευλογίες μπορεί να μην είναι αμπαλαρισμένες με γυαλιστερό περιτύλιγμα;
Πώς θα ήταν η ζωή μας αν δεχόμασταν ότι όλα όσα σκεφτόμαστε και επιθυμούμε όντως καταγράφονται σε ένα αόρατο πεδίο και ότι οι ψυχές μας έχουν συμφωνήσει με μια ανώτερη δύναμη, γεμάτη αγάπη και σοφία, η οποία φροντίζει να μάθουμε ακριβώς όσα ήρθαμε στη Γη για να μάθουμε, ώστε να εξελιχθούμε και να έρθουμε πιο κοντά σε αυτό που ονομάζουμε Θεό;
Κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς πώς λειτουργούν τα πράγματα, αλλά αυτό που ξέρω με βεβαιότητα είναι ότι όταν έχουμε απέναντί μας ανάλογες πνευματικές θεωρίες, χρειάζεται να είμαστε ανοιχτοί. Να έχουμε περιέργεια. Να αναρωτιόμαστε. Να παραμένουμε ταπεινοί.
Όταν τα πράγματα μας έρχονται όπως τα θέλουμε, ας είμαστε ευγνώμονες. Και όταν δεν έρχονται όπως τα θέλουμε, ας αγκαλιάζουμε την πονεμένη μας καρδιά. Ας προσπαθήσουμε να βλέπουμε τα δώρα πίσω από τις προκλήσεις, χωρίς να τα βάζουμε με τον εαυτό μας ή να νιώθουμε θύματα, αλλά αναγνωρίζοντας ότι στο κάτω κάτω, όλοι είμαστε άνθρωποι και κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε».
Τις φορές λοιπόν που τα χαστούκια μοιάζουν να είναι περισσότερα από όσα μπορούμε να αντέξουμε, ας έχουμε λίγη πίστη.
Μπορεί να φαίνεται αδύνατο να βγάλουμε νόημα, να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει καθετί, αλλά αν πιστέψουμε ότι όλα είναι μάταια, τότε, ακόμα και αν η απάντηση γραφτεί μπροστά στα μάτια μας με νέον φώτα, πάλι δεν θα τη δούμε. Αν όμως κάνουμε ένα βήμα προς τα πίσω και αφήσουμε ένα μικρό παραθυράκι ανοιχτό, το φως θα βρει τρόπο να περάσει.