STORIES
Έχασα τα πάντα και έφυγα με το παιδί μου. Κανείς από την οικογένειά μου δεν ξέρει που είμαι και τι κάνω…
Ήμουν το μικρότερο παιδί στην οικογένειά μου και μόλις 4 ετών όταν ο πατέρας μου βγήκε στη σύνταξη. Η μητέρα μου δεν είχε πάει σχολείο και ήμασταν μια μεγάλη οικογένεια με 5 αδερφές και έναν αδερφό. Αλλά, λόγω της μεγάλης διαφοράς ηλικίας που είχα με τα αδέρφια μου, δεν μπορούσα να επικοινωνήσω με κανέναν τους. Ένιωθα πάντα σαν το μαύρο πρόβατο της οικογένειας. Δεν υπήρχε κανένας, με τον οποίο μπορούσα να μιλήσω.
Ζούσα πάντα με το φόβο της απόρριψης και της ενοχής, ακόμα και αν δεν έφταιγα σε τίποτα. Έβλεπα τον αδερφό μου να παίζει και να γελάει με τις μεγαλύτερες αδερφές μου και ευχόμουν να κάνει το ίδιο και με μένα, όταν θα μεγάλωνα. Αλλά όταν μεγάλωσα, ο αδερφός μου είχε πάρει τη θέση του πατέρα μου. Μπορούσε να κάνει ό, τι ήθελε με τη ζωή του (και με τη δική μου).Ήλπιζα, τουλάχιστον, ότι η φοιτητική μου ζωή θα ήταν καλύτερη. Αλλά η οικογένεια μου έβλεπε τις παρέες μου με κακό μάτι ή θεωρούσε ότι δεν ήμουν ικανή για τίποτα καλό. Καθώς δεν έβρισκα αγάπη στο σπίτι μου, άρχισα να την ψάχνω αλλού.
Ερωτεύθηκα κάποιον, ο οποίος ήταν από φτωχή οικογένεια. Η αγάπη του με έστειλε στα ουράνια. Αν και οι δύο οικογένειες αποδοκίμαζαν τη σχέση μας, εμείς συνεχίσαμε ακάθεκτοι να ζούμε τον ερωτά μας. Μετά από 7 χρόνια, ήξερα ότι δεν μπορούσα να τον αφήσω. Έτσι, ένα ωραίο πρωί, μάζεψα όλο μου το θάρρος και το έσκασα από το σπίτι μου. Τον βρήκα και του ζήτησα να παντρευτούμε. Αλλά εκείνος έφυγε. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που είχε συμβεί.
Δεν ήξερα τί να κάνω. Δεν είχα σπίτι, ούτε οικογένεια. Συνέχισα να περπατάω τελείως χαμένη. Την επόμενη μέρα, αντί να έρθει να με μαζέψει, πήγε και τα είπε όλα στον αδερφό μου. Η οικογένεια μου τον επαίνεσε για την καλή του ανατροφή, επειδή αρνήθηκε να με παντρευτεί και με «κάρφωσε». Τότε συνειδητοποίησα ότι ερωτεύτηκα τον λάθος άνθρωπο. Από τότε, έπεσα με τα μούτρα στη δουλειά μου και έδινα κάθε ευρώ που έβγαζα στην οικογένεια μου. Δεν είχα καταλάβει πόσο δεδομένη με είχαν. Οι συνάδελφοί μου, μού έλεγαν συχνά να βάζω κάτι στην άκρη και για μένα, αλλά δεν το έκανα. Και μετά, μία μέρα μαθαίνω, ότι οι δικοί μου έψαχναν γαμπρό να μου προξενέψουν.
Ο αδερφός μου ήθελε να με παντρέψει με έναν από τους φίλους του. Παρ’ όλο που είχα χάσει την εμπιστοσύνη μου στον έρωτα, συμφώνησα να τον παντρευτώ, γιατί τον ήξερα αρκετό καιρό.
Ενώ και οι δύο οικογένειες ήταν ευχαριστημένοι από το γάμο μας, η μοίρα μου έπαιξε άσχημο παιχνίδι. Από το πουθενά, η οικογένεια του γαμπρού αλλάζει γνώμη και ακυρώνει το γάμο. Μετά από αυτό, ήξερα ότι οι δικοί μου θα με πάντρευαν με τον πρώτο τυχόντα. Έτσι, αντέδρασα, και συμφωνήσαμε να παντρευτούμε μεταξύ μας με πολιτικό γάμο. Η μητέρα μου ήταν η μόνη στην οικογένεια, που γνώριζε για τα σχέδιά μας.
Ακόμα και αφού παντρευτήκαμε, ζούσαμε σε χωριστά σπίτια για ένα χρόνο. Όταν ο άντρας μου βρήκε δουλειά, αποκαλύψαμε στις οικογένειές μας για το μυστικό γάμο μας. Φτιάξαμε τη ζωή μας από το μηδέν, χωρίς την υποστήριξη κανενός. Τρία χρόνια αργότερα, έμεινα έγκυος στο πρώτο μας παιδί. Στο μαιευτήριο, ήμουν μόνη με τον άντρα μου. Κανείς δεν ήρθε κοντά μου, ούτε καν η μητέρα μου. Ήμουν απίστευτα φοβισμένη, ειδικότερα στη γέννα που κράτησε 9 ώρες.
Ακόμα και μετά τη γέννηση του γιου μου, δεν ήρθε κανένας να με φροντίσει. Όταν ζήτησα βοήθεια από τις αδερφές μου, μού είπαν να πάω στα πεθερικά μου για βοήθεια. Δανειστήκαμε χρήματα από φίλους για να πληρώσουμε το μαιευτήριο. Ακόμα και ο γιατρός στο νοσοκομείο προσφέρθηκε να με βοηθήσει, ενώ η οικογένεια μου με είχε ξεγραμμένη.
Μετά από κάποιον καιρό, ένιωθα πως δεν έπρεπε να φέρω ένα παιδί σ’ αυτόν τον κόσμο, χωρίς να έχω τη δυνατότητα να το φροντίσω όπως πρέπει.
Δεν κοιμόμουν καθόλου, ο γιος μου με κρατούσε ξάγρυπνη τη νύχτα, ενώ την ημέρα, έπρεπε να φροντίσω το νοικοκυριό. Μετά από λίγο, ο άντρας μου και εγώ καταφέραμε να αγοράσουμε ένα δικό μας σπίτι. Αλλά η ευτυχία μας δεν έμελλε να κρατήσει πολύ. Ο σύζυγός μου έμεινε άνεργος και το βάρος της οικογένειας έπεσε όλο πάνω μου. Πούλησα όλα μου τα κοσμήματα. Κανείς από την οικογένεια μου δεν προσφέρθηκε να βοηθήσει. Ο πεθερός μου με συκοφαντούσε στον άντρα μου, ακόμη και μπροστά στο παιδί.
Η ζωή μου έγινε πολύ δύσκολη και αυτό είχε αντίκτυπο και στη σχέση μας. Μάθαινα από τρίτους ότι ο άντρας μου τους ζητούσε χρήματα, τα οποία δεν επέστρεφε ποτέ.
Για να ελαφρύνω τα χρέη μας, έπιασα δουλειά σε σούπερ μάρκετ. Ο διευθυντής, όμως, άρχισε να με πιέζει να συνευρεθώ σεξουαλικά μαζί του, ώστε να έχω οφέλη και περισσότερα λεφτά. Στην κατάσταση που ήμουν, δεν μπορούσα να παρατήσω τη δουλειά, οπότε τον αγνοούσα συστηματικά. Τα έξοδα του γιου μου, το δάνειο του σπιτιού και όλοι οι λογαριασμοί συσσωρεύονταν μέρα με τη μέρα. Ήμουν εξουθενωμένη απ’ όλα – να τρέχω πέρα-δώθε, να προλάβω τις προθεσμίες και, παράλληλα, να αποφεύγω τις σεξουαλικές πιέσεις του αφεντικού μου.
Στο τέλος, επειδή μπούχτισα από τη συμπεριφορά του, αποφάσισα να παραιτηθώ. Όμως εκείνος, δε δέχτηκε την παραίτησή μου. Προσπάθησα να διαμαρτυρηθώ στους ανώτερους, αλλά μάταια. Στο μεταξύ, ο άντρας μου άρχισε να γίνεται καχύποπτος απέναντί μου, εξαιτίας ενός πράγματος, που του είπε το αφεντικό μου για μένα.Τα πράγματα έγιναν τόσο άσχημα, που αποφασίσαμε να χωρίσουμε. Μου ζήτησε να φύγω από το σπίτι. Έφυγα μαζί με το γιο μας. Έχασα το σπίτι, τη δουλειά μου, τα πάντα.
Όταν έλεγξα το λογαριασμό μου, είδα ότι ο άντρας μου είχε πάρει όσα χρήματα είχα – είχε και εκείνος πρόσβαση στο λογαριασμό και ποτέ δεν υποψιάστηκα, ότι θα έκανε κάτι τέτοιο. Είχα γίνει περίγελος στη γειτονιά. Όλοι μου γύρισαν την πλάτη. Αλλά ήμουν αποφασισμένη να πάρω τη ζωή στα χέρια μου.
Σήμερα, κανένας από την οικογένεια μου δε γνωρίζει πού είμαι και τί κάνω. Ήμουν πάντα εκεί για εκείνους, αλλά κανείς τους δεν ήρθε ποτέ να με βοηθήσει. Εύχομαι, μια μέρα, να καταλάβουν το λάθος τους.Τώρα, περιμένω για την ευκαιρία να αποδείξω σε όλους (και στον εαυτό μου) τί αξίζω. Για να κάνω το γιο μου περήφανο. Και ξέρω, ότι αυτή η μέρα θα έρθει σύντομα.
Ιωάννα