ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Εξομολόγηση σοκ της 22χρονης στη Νέα Σμύρνη: «Ήθελα να δώσω το μωρό για υιοθεσία»!
Οι απαντήσεις της στην ανακρίτρια!
«Από εκείνη την ημέρα σκέφτομαι να κάνω κακό στον εαυτό μου» λέει η 22χρονη η οποία έφερε στον κόσμο το μωρό που κυοφορούσε μόνη της, κρύβοντας το στη συνέχεια πάνω στο δίχτυ σκίαστρο της πολυκατοικίας όπου έμενε.
Εκεί το εντόπισαν νεκρό οι γείτονες την επόμενη ημέρα. Η φοιτήρτια, την οποία η ανακρίτρια άφησε ελεύυερη μετά την απολογία της για το αδίκημα της παιδοκτονίας, έχει κλειστεί, όπω ςλένε πληροφορίες από το περιβάλλον της σπίτι της. Διαβάστε παρακάτω…
Τα όσα πέρασε της έχουν δημιουργήσει φοβίες αφού αρνείται να μείνει μόνη και ζητά να έχει δίπλα της συνεχώς τη μητέρα της. Οι απαντήσεις στις ερωτήσεις της ανακρίτριας, τις οποίες αποκαλύπτει σήμερα η Real News δείχνουν τον πανικό, τον φόβο αλλά και την άγνοια κινδύνου ,μέχρι που ήρθε η ώρα του τοκετού.
Αυτό πάντως που επαναλάμβανε ενώπιον της δικαστικής λειτουργού είναι πως δεν ήθελε να σκοτώσει το παιδί. Αφήνει δε, να εννοηθεί πως ίσως δεν γεννήθηκε ζωντανό ή ότι άφησε την τελευταίο του πνοή λίγο αφού το γέννησε στο μπάνιο του σπιτιού της.
Ισχυρίστηκε ότι όντως δεν ήθελε να το σκοτώσει αφού το άφησε στο δίχτυ. Ότι δεν είχε δόλο, γιατί αν είχε θα άφηνε το παιδί μακριά από το σπίτι της και όχι κάτω από το δικό της μπαλκόνι. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να εξεταστεί από ψυχιάτρο καθώς όπως έχει δηλώσει και ο συνήγορός της Αλέξανδρος Αλεξιάδης είναι απαραίτητη μια πραγματογνωμοσύνη που θα αποτυπώνει την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
«Δεν το άκουγα να κλαίει, ανέπνεε με δυσκολία. Το καθάρισα, το σκούπισα, εκείνη την ώρα το ακούμπησα στην εξώπορτα. Μπήκε η μητέρα μου στο σπίτι…» λέει και συνεχιζει: «Πήγα αργότερο με το μωρό στο δωμάτιο μου και επειδή φοβόμουν ότι θα γυρνούσε η μητέρα μου που έφυγε για λίγο από το σπίτι, το πήρα και επειδή δεν ήθελα να το σκοτώσω το ακούμπησα στο δίχτυ. Δεν ήθελα να το σκοτώσω. Ήθελα να βρω μια κενή ώρα που δεν θα ήταν η μητέρα μου σπίτι και να το πάρω, να το δώσω για υιοθεσία. Την πετσέτα που είχε σκουπίσει το παιδί και τον πλακούντα τα έβαλα σε μια σακούλα και τα πέταξα στον κάδο.»
«Δεν βγήκαμε από το σπίτι ούτε την Παρασκευή, ούτε το Σάββατο. Έβγαινα στο μπαλκόνι να βλέπω το μωρό. Δεν έκλαιγε και δεν κουνιόταν…. Όσα βρέθηκαν πάνω του έπεσαν από τον αέρα. Δεν πήγα να το πάρω ούτε το βράδυ που κοιμόταν η μαμά μου γιατί φοβόμουν ότι θα με ακούσει. Όταν η γειτόνισσα πήγε με τη μητέρα μου και είδαν το μωρό δεν είπα κάτι γιατί φοβόμουν. Φοβόμουν για την αντίδραση της μητέρας μου. Φοβόμουν ότι θα μου φώναζε. Από φόβο και πανικό δεν είπα κάτι στην αστυνομία και η μητέρα μου από την αστυνομία έμαθε ότι είναι δικό μου.»